Δευτέρα 10 Αυγούστου 2020

­­Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΚΗΠΟΣ

Τη μέρα της κηδειάς ,είδε ένα δέντρο να φλέγεται από την ταράτσα .Έχουμε πει να μην τα πιστεύεις αυτά,λέει συνεχώς στον εαυτό του.Καλύτερα να πιστεύεις στα στερεά καύσιμα ή στη λογιστική.Αλλιώς δεν τη βγάζεις καθαρή σε αυτόν τον κόσμο , τον τηλεοπτικό.Του άρεσαν πολύ τα αεροπλάνα.Και τα  ήσυχα πόδια των γυναικών.Για να ξεκουράζεσαι, θα πρέπει πάντα να κοιτάς βάζα με ζαχαρωτά.Μεγάλη η υδρόγειος, εμείς επάνω της , συνεχώς μετακινούμαστε να προλάβουμε μην τυχόν και βραδιάσει.Θέλουμε συνεχώς την ηδονή.Και στυλάτα ποτά.Και ειδήσεις να παίζουν το πρωί για παρέα.
Στην ίδια πόλη ζούμε.Στο ίδιο σώμα.Τρέχεις όταν ένα όργανό του πληγωθεί.Λευκό αιμοσφαίριο.Χλωμό κορίτσι γκόθικ , που κάποτε αγάπησες.Αυτές αγαπάνε περισσότερο τις θείες τους , από οποιονδήποτε άλλον.Κουλουράκι να κεράσουμε τον επόμενο μικρό μπεκροθάνατο , που έκατσε στο σαλονάκι μας.Κουλουράκι και μια μούτζα, που δεν μας αφήνει ήσυχους στον ευγενή μας πυρετό.Τα σύννεφα φτιαγμένα απ΄ το καλύτερο παγωτό.Το πάρκο μυρίζει λεβάντα , έχουμε σπίτι που στις χαρές μυρίζει ακριβώς  το ίδιο.Χαμογελάς αμήχανα μπροστά στην ομορφιά.Πάρε τσιγάρο να είσαι σαν υπόνοια στεριάς , μέσα στη θαλάσσια νύχτα.Το βλέμμα της μοιάζει με υπερωκεάνιο που φέγγει στο στερέωμα.Κοιτάς τα αστέρια χωρίς να αντιστέκεσαι.Χαμηλή βλάστηση .Τρέχουν οι άνθρωποι να αδυνατίσουν για να χωρέσουν στο καινούργιο στενό μοντελάκι της ζωής.

Πουτάνα φύση, μας άφησες να κρυώνουμε.Να μαζεύουμε ξύλα για τον χειμώνα των χρηματιστηρίων.Ο ναυαγός αυνανίζεται όταν φανταστεί φρέσκο καπνό να βγαίνει απο ένα λευκό φουγάρο.Μάζεψε λεφτά να πάμε του χρόνου σε τροπικό νησί χωρίς αντίδοτα στα δηλητήρια των σκορπιών του.Να πάρουμε και μια κάμερα γιατί όλοι μια μέρα γερνούν.Οι φίλοι του γίνονται κάθε βράδυ κομμάτια.Μέρα με τη μέρα , τα λουλούδια θρυμματίζονται.Γελώντας θα σπάσει η κατάρα.Γδύσου να δω , τι απόμεινε απο μας.Το ξέρεις ότι μπορώ να ζω σαν ξένος.
Η βραδυνή δουλειά , την κάνει να βαραίνει.Γυρίζοντας σπίτι ξεβάφεται και ο καθρέφτης γίνεται καταρράκτης.Στρίβει τσιγάρα.Απλώνεται στον καναπέ .Με βλέπεις , σε βλέπω και διακόπτει το κουδούνι που φέρνει το φαγητό.Ο πληρωμένος κυνηγός με το σαράβαλο μηχανάκι.Είσαι δειλός που κάνεις τόσα πολλά βάρη.Σε καλύπτουν.Η θάλασσα είναι ανοιχτή για όλα.Θυμάσαι τότε που έφτιαχνες μνημεία με πέτρες , ξέροντας πως τίποτα δεν κρατάει για πάντα.Βούρκος το νερό.Λουκουμάς με κινούμενη άμμο.Βουτάει πρώτος.Φεύγοντας πήρε και μερικά κοχύλια που σάπισαν μέσα στο βαζάκι.Μαλώνουν μέσα στο δωμάτιο.Βάλε να παίζει μέσα σου , η τρυφερή  γαλάζια μουσική.Αντέχει στον αέρα και στη βροχή.Μεγάλα όνειρα.Μικρά γυαλιά ηλίου.Κάηκες.Μη με κοιτάς έτσι.Είσαι πολύ νέα για να έχεις αυτό το βλέμμα.
Κάθε βράδυ στο ίδιο μαγαζί.Αστρονόμος που επιμένει να καταλάβει.Το πρωί , ξεφορτώνουν οι εργάτες.Πολλές συνοικίες, ζούν εσωτερικά.Όλη τη μέρα ειδήσεις.Η επικαιρότητα.Ανοίγουν νωρίς οι υπολογιστές.Η μοντέρνα προσευχή των ανθρώπων.Ο καφές αχνίζει.Την ίδια ώρα κάπου , ένα τεράστιο πλοίο ανεβοκατεβαίνει στα τεράστια κύματα.
Ο γείτονας κοιμάται ήσυχος.Έχει ιδιωτικό γκαράζ.Συνεχώς μαστορεύει τα παιδιά του.Κουζίνες χωρίς διακόσμηση.Κλειστό κύκλωμα η πόλη.Συχνά βραχυκυκλώνει.Οι σερβιτόρες χαμογελούν , τεντώνοντας τη διάθεσή τους.Σκέψη σαν ιστιοπλοία .Αν έχει καλό άνεμο , σβήνεις τη μηχανή.Πέφτουν τα αστέρια μέσα στο πιάτο σου.Το Σάββατο βγαίνουν βόλτα οι άνθρωποι.Παράδεισος είναι η ζωή χωρίς μίσος.Κόλαση η ακίνητη κυκλοφορία.Η μουσική είναι αυτό που συμβαίνει όταν ξυπνάει ο Θεούλης με κέφια.Κάθε πόλη και άλλη απόλαυση.Το νερό είναι ένα πρόσωπο που αλλάζει διαθέσεις.
Στο σχολείο ήταν ο πιο όμορφος.Είχε και καλό τζελ, όχι τα φτηνά που τρώγονται στην ανάγκη.Μπάσκετ και ποδόσφαιρο, ο μηνίσκος χειροκροτάει στην κερκίδα.Τακτική όπως στο παιχνίδι.Έχεις αφήσει πολλά πράγματα ατελείωτα.Μετά δεν μπορείς να θυμηθείς πως φτιάχνονται.Αθλητικές εφημερίδες η πιο φτηνή εκδοχή της ημέρας.Κάθεται στο πίσω θρανίο και χαζεύει το κορίτσι μπροστά.Το στυλό της , το βασιλικό γράμμα που θα πρέπει να παραδώσει αυτοπροσώπως αν τύχει και το βρει στο πάτωμα.Απο το παράθυρο φυσάει μια άνοιξη με τουρμπίνες στο φουλ προς τα μέσα.Η καθηγήτρια δεν έχει καταλάβει τίποτα.Γράφει και ξαναγράφει ολόκληρο καταρράκτη απο πληροφορίες,το μάτριξ των σπηλαίων που θα χαραμιστεί σε σερβιτοριλίκια.Το σχολείο είναι το πρώτο διαστημόπλοιο που αφήνεις φωτισμένο , τις χειμωνιάτικες νύχτες.Αργότερα τα ταξίδια γίνονται πιο ιδιωτικά σε κάτι κουζίνες που φωτίζονται τη νύχτα ή στο περίγραμμα ενός σώματος που κοιμάται και το διακρίνει μονάχα όποιος εξασκήθηκε να βλέπει στο σκοτάδι.Το μενταγιόν της κομμένης καρδιάς μπορείς να το πεις και πριόνι.
Αυτό το κέντρο της πόλης , πόσο ανακατεύει τις φάτσες.Παγοδρόμιο στην παραλιακή λεωφόρο.Αν κάποιος θέλει να ανανεώσει την πίστη του στη ζωή ,τότε θα πρέπει να αφήσει τις Κυριακές να δουλέψουν απο μόνες τους.Να μην ανακατεύει την ησυχία τους.Να μην περιμένει κάτι να συμβεί.Απλά να αφεθεί στη θαλπωρή του παστίτσιο και στην τρικυμία του πλυντηρίου που γυρίζει.Η Κυριακή κρέμεται από χρωματιστά μανταλάκια.
Η σερβιτόρα ξέρει ποιός έιναι ο πιό μόνος.Αυτός είναι ο λόγος που της φέρονται με ευγένεια.Σα να ξέρει το ιστορικό του υπολογιστή και νομίζουν οτι θα τους εκβιάσει.Η σερβιτόρα νιώθει.Ο καφές είναι μια επίδειξη φάτσας.Χρόνια σε καρέκλα ηλεκτρική καφετερίας.Αιώνες τα συντριβάνια να ακούγονται.Η όμορφη απέναντι έχει διαλέξει το γορίλα που της κάνει κέφι.Η μυρωδιά της πλακέτας.Το παιχνίδι που χάλασε και το ανοίγεις σπάζοντας τις βίδες.Τα πλαστικά αεροπλάνα.Το γκρι το αντιτορπιλικό.Σαλόνια γεμάτα παιχνίδια μέσα σε βουβά προάστια.Ζώντας μέσα στις βιντεοκασέτες για καιρό, είχε προφυλάξει τη λογική του.Το ηλιοβασίλεμα στα προάστια ταινιά περιπέτειας χωρίς ήχο.Κλιματισμός παλιός.Σοκολάτα σκεπάζει τα μελλοντικά διαζύγια.
Aπόψε δε θα συμβεί τίποτα.Ακριβό τόνικ, φτηνό χιούμορ.Οι πρωινες εκπομπές τυραννούν τις γιαγιάδες.Τις αναγκάζουν να σκεφτούν τη νεότητά τους , μέσα απο τη ζωή τοπικών στάρ και να μπούν οι ίδιες σε δεύτερο πλάνο.Φιλοφρονήσεις με αντίλαλο , μέσα σε κουτί απο απο παπούτσια ψηλοτάκουνα.Πότε πέρασε η ζωή , αναρωτιέται κοιτώντας μία την οθόνη και μιά την εικόνα του Αγίου.Αυτός ο ήλιος σου γαργαλάει τα μαλλιά και σε καθησυχάζει.Γειτονιά είναι αυτό που μυρίζουμε γυρίζοντας πίσω στο σπίτι.Η ταράτσα είναι η πρώτη θέση των σπιτιών της ξηράς.Τα προάστια είναι το παρατηρητήριο του κέντρου απο καλοθελητές ανταποκριτές.Τα γεγονότα περνάνε αδιάφορα μπροστά απο το τηλεχειριστήριο.Καλό είναι ότι σου φέρνει όρεξη να ταξιδέψεις.Ή να τραγουδήσεις.
Η καθημερινή βόλτα στο πάρκο ήταν απαραίτητη.Το πνευμόνι γεμίζει με φρέσκο αέρα, που ανοίγει το μυαλό σαν πλάνο ταινίας.Τα φυτά και τα δέντρα ,τα φύκια αυτού εδω του κόσμου , με το ανάστημά τους χαρίζουν μια εικόνα τόσο παλιά και ανθρώπινη που μετά απο λίγη ώρα θαυμασμού,κόβεις απότομα την απόλαυση και συνεχίζεις τον περίπατό σου ανάμεσα στα εργαλεία και τις συνθήκες της κάθε μέρας επάνω στο γαλάζιο πλανήτη που πηγαινοέρχονται οι κομήτες.Κανένας λόγος για βασιλικά βίτσια , εφ όσον υπάρχουν και τα χωράφια με τουλίπες.Βίτσιο ­­­­είναι η όραση από μόνη της.Κάνει και την δικη της ταινία, με τον εγκέφαλο χοντρό με πούρο στην αίθουσα του μοντάζ."Σε θυμάμαι με το πράσινο παλτό".
Μια μέρα απλώς μπαίνεις στο αυτοκίνητο και φεύγεις.Όχι για να σωθείς αλλά μάλλον για να ξεπλυθείς λίγο με τη συνήθεια κάποιων  άλλων ανθρώπων που ζουν μια άλλη ζωή γεμάτη με μικροτραυματισμούς και κήπους.Η γεύση στην αρχή είναι καινούργια.Ακούγονται καινούργιες φωνές και ανθίζουνε ξανά τα τριαντάφυλλα κάτω απο τα μπουφάν.Έπειτα ο πάνθηρας που ξεκουράστηκε , έχει όρεξη για καινούργιο διαιτολόγιο.
Η μουσική υπάρχει παντού.Η μουσική είναι τα όνειρα των δελφινιών.Έχει ήλιο και όλα φαίνονται καινούργια.Ένα απλό σπίτι , έγινε το πιο δύσκολο πράγμα , στη ζωή των μοντέρνων ανθρώπων.Ευτυχώς ξεχνιούναι με αστεία βίντεο.Ευτυχώς υπάρχουν  τα σπιτικά κοκτέηλ και τα φιλικά μπαρ.O πυρετός των αστερισμών και απο κάτω μηχανάκια να τρέχουν βρίζοντας.Ο Θεούλης ξενυχτάει στο περίπτερο.Πρόσεχε τι θα του ζητήσεις.
Ξαπλωμένος στο πίσω κάθισμα , φαίνονται μόνο οι λάμπες των δρόμων να φεύγουν.Η παραλιακή λεωφόρος , χρωματιστό ποτάμι δίπλα στη θάλασσα.Ο λόφος χτισμένος μέχρι το λαιμό.Πλοία που λικνίζονται αργά, αφήνοντας πότε πότε κανένα μικρό βηχάκι με καπνό-όλοι βαριόμαστε τον εαυτό μας κάπου κάπου- μέχρι να ξεκινήσουν για το επόμενο λιμάνι, αυτό με το τσιμέντο που έχει ολόιδιες ρωγμές με το μούτρο του καπετάνιου.Η άγκυρα είναι ένα μεγάλο αγκίστρι.Κίτρινες ρίγες στο πάτωμα.Ο ιριδισμός του νερού έχει κάτι το καθησυχαστικό ίσως απο τη γέννηση.Άνθρωποι απελπισμένοι και όμορφοι, στραβώνουν το μούτρο τους όταν έχει συννεφιά.Όταν φτιάξει , βγαίνουν σαν τις πασχαλίτσες στα στεγνά πεζοδρόμια.Σκαρφαλώνουν τα παιδιά επάνω στα σάντουιτς.
Κάθισε στον καναπέ, φόρεσε τα αθλητικά της παπούτσια και βγήκε για τρέξιμο.Η κοτσίδα πήγαινε πέρα δώθε.Μετά απο λίγο άρχισε να ξεφυσάει ιδρωμένη, με τις φακίδες να αναβοσβήνουν.Κολάν ζούγκλα τροπική,βλέμμα μπλαζέ απο συνήθεια που δεν χρειάζεσαι πια.Πρωταθλήτρια με δεκάδες μηνύματα θαυμασμού.Τρέχει ανάμεσα σε αγνώστους για να νιώσει ζεστασιά.Όμορφη.-Βάλε ποτά να το γιορτάσουμε!.Γεμάτο το μαγαζί , κορδέλες ανεμίζουν, βλέμματα γυαλισμένα με ουίσκι .Μαλλιά βαμμένα , πέφτουν καύτρες τσιγάρων μας παίρνουν τα χρόνια για να τα κάνουν μέρες εργάσιμες.Στα μπαρ ανοίγουν τα κορίτσια σαν αχιβάδες.Ο ντι τζέι μηχανοδηγός ρίχνει το τρένο στη χαράδρα.Ξυπνάς απο εφιάλτη σε δωμάτιο με αφίσα ηλιοβασίλεμα , γραφείου σημαδεμένου.Στο ματάκι της πόρτας , θείες με κόμμωση Βικτωριανή απομίμηση και κουτιά με γλυκά στο χέρι.Σοβαρές.Όπως η τσάκιση του παντελονιού του άντρα τους.Έπαθε ανακοπή στην ταβέρνα.Πήγε χορτάτος.Ήρθε πεινασμένος.Δίκαιο.
Τα μικρά σου στήθη , οι κορυφές του ηφαιστείου σου.Μικρά αγόρια σε λατρεύουν μέσα σε δωμάτια και συ ατάραχη χτενίζεις τα υγρά σου μαλλιά.Πάντα επιλεκτική .Πάντα κλεισμένη στον μικρό σου κήπο με τρόπαια απο το κυνήγι.Κοσμήματα και δακρυγόνα.Φυλλοβόλα δέντρα.Τετράδια με σημειώσεις.Ανοιχτές υποθέσεις με το αίμα.Είσαι ένα δειγματολόγιο απο απογεύματα.Μια βόμβα που σκάει προς τα μέσα.Τα παιδιά κοιμούνται , στο πίσω κάθισμα του πυραύλου.Σε τέσσερεις ώρες θα μπούν σε τροχιά.Υπάρχουν αρκετές καραμέλες.Το φεγγάρι είναι το εργοστάσιο που παράγονται οι εφιάλτες και τα ζαχαρωτά.
Ένας μεγάλος κήπος είναι είναι εκεί που πάνε οι σκύλοι όταν δεν τους βλέπεις πια.Άσε τις μαλακίες.Τόσα μαγαζιά με εντόσθια που κρέμονται και συ ψάχνεις τη λέξη , το ύφος και το νόημα.Ο ευγενής παραμένει ευγενής , μονάχα όταν δεν βλέπει ολόκληρη τη διαδικασία του φόνου.Απο φόβο μένουμε μονάχα στη συσκευασία χωρίς να διαβάζουμε τα συστατικά με προσοχή.
Η Αλίκη ζει σε ένα επαρχιακό σπίτι που το βράδυ γίνεται η θαλπωρή των βοσκών που μυρίζουν πρόβατο και Τζόνυ.Έχει καταφέρει άθελά της , να κρατήσει τις οικογένειες του χωριού ενωμένες.Οι συλλογισμοί της για τους αστερισμούς απο παιδί την τρόμαζαν και τους σταματούσε απότομα.Τα χρήματα που βγάζει δεν έχει σκεφτεί πως να τα ξοδέψει και γι αυτό τα βάζει τσαλακωμένα σε ένα μεταλλικό κουτί , επάνω στο τραπέζι.Δεν την έχει απασχολήσει ποτέ η κλεπτομανία του Αη Βασίλη.Η Αλίκη έχει μια μεγάλη συλλογή απο καλσόν και βιβλία αστρονομίας.
Το φαγητό είναι ιερό.Καθισμένοι στο τραπέζι μαμά , μπαμπάς, υιός και σκύλος , περιμένουν να ανοίξει το ταβάνι σαν σύννεφο και ένα τρυφερό χέρι να κατέβει να ρίξει λίγο αλατάκι στα μικρά τους κεφάλια για εξαγνισμό.
Χειμώνας με μείον 14 , γελάς απο το κρύο.Περιπλανιόμαστε.H πρόσοψη του νοσοκομείου ψεύτικο σκηνικό ταινίας.Tόσο δραματικής , που γίνεται κωμωδία.Το λούνα πάρκ , σε απόσταση αναπνοής απο την εντατική.Η μάσκα του πιλότου , η μάσκα του ασθενή.Αεροπορική γραμματοσειρά , σκαλισμένη σε μάρμαρο.Οι ουρανοί είναι δικοί σου.Εμείς εδώ κάτω , με τις προσαυξήσεις , τα σφραγίσματα και τα τρυφερά βυζάκια , ευτυχώς.
Οι εργασίες στο σπίτι συνεχίζονται σταθερά.Και τη νύχτα με φακούς.Η πυραμίδα είναι απλά ένας πολυτελής τάφος.Η Κλεοπάτρα δείχνει όμορφη επειδή υπάρχουν και τα βρώμικα νερά του ποταμού.Ωραίο το ουίσκι.Οι περιττοί συλλογισμοί των αγροτών της Σκωτίας όταν καπνίζουν σε λασπωμένους φράχτες και είναι νύχτα και το σπίτι τους απέναντι , με το φως να ξενυχτά, βλέποντας τη γυναίκα τους να περιμένει και αυτοί να μη θέλουν να επιστρέψουν ποτέ.Το χρώμα του δειλινού, να το πιείς στο ποτήρι.Αστερισμοί λάμπουν κάθε βράδυ έντονα όπως στα όνειρα πριν απο τις μεγάλες αποφάσεις.
Θα σε πάρω να φύγουμε μέσα απο αυτοκινητόδρομους και τούνελ.Θα μου εξηγείς οδηγώντας το παράπονό σου για τον κόσμο.Θα καπνίζουμε πολύ , για ατμόσφαιρα.Δεν έχει κάκτους και τελωνείο έχει όμως όλα τα βίντεο κλάμπ με τις μαύρες τους κατσαρίδες στα ράφια.Εξατμίσεις και σκουπίδια δίπλα στο κύμα.Καπότες και κουτιά απο χυμούς.Γαλαζοπράσινο της μποτίλιας χλωρίνης.Τεράστιοι κυματοθραύστες σε σχήμα αστεριών απο μπετόν.Προβολείς.Κλείνεις τα μάτια επάνω σε αυτό το κυκλικό μαραφέτι, που γυρίζει γρήγορα.Ίλιγγος.Ίδιος και στην απόσταση από μια πόρτα σε ένα κρεβάτι μιάς αίθουσας γεμάτης μπιπ.Λογοκρισία στα μπινελίκια των ασθενών λόγω τον εικόνων που κρεμάνε απροκάλυπτα οι συγγενείς τους.Η ησυχία κρύβει τον πιο μεγάλο θόρυβο.Παυσίπονο του Θανάτου, η ίδια η ζωή.Γελάς φίλε μου...
'Ενα μικροσκοπικό καράβι , βουλιάζει με την κάθε σταγόνα που πέφτει μέσα στον ορό.Τα χείλια σου με το ωραίο σχήμα.Μην μου μιλάς , να μην αλλάξει.Με τα είδωλα ερμηνεύεται η πραγματικότητα.Τένις κλάμπ και λεμονάδα.Κόντρα ξύρισμα.Μυρωδιά από γρασίδι.Κυνήγι αλεπούς στον Κρόνο.Φροντιστήριο Αγγλικών στην αρχή του χειμώνα.Απαγορεύεται η νοσταλγία.Προχωράμε μόνο μπροστά όπως τα άρματα μάχης.Μια σταγόνα βροχής μπορεί εύκολα να τα ανοίξει στα δυο.
Η αεροσυνοδός θα μας σώσει όπως πάντα την τελευταία στιγμή.Το σκοτάδι μέσα στον κινητήρα.Ο ήλιος μέσα στις δημόσιες υπηρεσίες.Φτηνά στυλό δεμένα με λεπτή αλυσίδα.Ο Κύριος προιστάμενος, η κυρία διευθύντρια,  ο καφετζής με τα στραβοπατημένα τίμπερλαντ, παραλίγο ξυλοκόπος με θέα το βουνό.Ένα τουφέκι πάντα χρειάζεται στο σπίτι  για ώρα ανάγκης.Δεν αγαπούν όλοι τον Άγιο Βασίλη.Παίρνουν ευχαρίστως όμως τα δώρα.Ο Όλιβερ Τουίστ κληρονόμησε την εταιρία του πατέρα του.
Γιορτινή ατμόσφαιρα.Τηγανητές χειροβομβίδες.Πολλά λιπαρά, στο δρόμο για τη λύτρωση.Ο μικρός τυμπανιστής με σπασμένα τύμπανα.Στολισμένο δέντρο, τσάλεντζερ που εκρήγνυται.Το φως του αστεριού είναι απο τραπέζι χειρουργείου .Ο γιατρός φοράει πράσινα για να μπορεί να κρύβεται στο οινόπνευμα.Η πορτοκαλάδα , έχει τη γεύση του πρωινού.Η λεμονάδα του απογεύματος.Κασετίνα με κουμπιά.Ρομπότ που μάχονται για έναν καλύτερο κόσμο.
Οι επιχειρήσεις του πηγαίνουν πολύ καλά , σαν τη χοληστερίνη του.Φλερτάρει την υπάλληλο στην εταιρία που της αρέσουν αυτοί με τη μεγάλη χοληστερίνη.Το πρωί του φτιάχνει μόνο αυγά με λουκάνικα κοντά και χοντρά, όπως τα δαχτυλάκια των  βασιλιάδων που προεξέχουν δειλά , μέσα από τα βελούδινα , βαρειά υφάσματα της φορεσιάς τους. Η ακτινογραφία βγαίνει από το φάκελο , ο μάστορας την κοιτά και υπολογίζει το υλικό.Αύριο θα μπει στο συνεργείο για παράταση ζωής , άρα πίτσας με ανανά.Βιδάκι τιτανίου μούρλια για πολλές μανέτες στο βόλευ μπώλ.Δε χτυπάει στο αεροδρόμιο, δε σκουριάζει.Δεν παραπονιέται.To καθαριστικό κάθε βράδυ καίει τα μάτια.Έξω από το παράθυρο , η πόλη φωτισμένη συνεχίζει αμέριμνη να ρουφάει κοιτώντας τον πηχτό  ουρανό, τους καφέδες της.
Όταν συννεφιάζει , του έρχεται να κάνει χαζομάρες , να τραγουδάει δυνατά μέσα στα εστιατόρια και να παίρνει τηλέφωνα σε πρεσβείες , ζητώντας επίμονα το διαβατήριό του γιατί σε λίγες μέρες ταξιδεύει, μιλώντας όμως πάρα πολύ σιγά στο ακουστικό.Τα έργα δίπλα στη θάλασσα, μικρό κομμάτι σελήνης, λίγα μέτρα από τον θόρυβο των οχημάτων.Το γήπεδο άδειο, σαν σεληνάκατος χαλασμένη , Χιούστον , πάντα θα έχουμε ένα πρόβλημα.Αγόρια , κορίτσια στημένα , καπνίζουν έξω απο κατουρημένες εισόδους μαγαζιών, βγάζοντας φωτογραφίες με καινούργια παπούτσια , καμμιά αλητεία σοβαρή, αλλά χιλιάδες να το μοιραστείς στην Ανταρκτική.
Η θάλασσα απλώνεται , κουβέρτα χειμωνιάτικη , την ώρα που το καίκι ,παλεύει με τα κύματα.Το φανάρι απο την οροφή κουνιέται και τα μαχαιροπήρουνα πέφτουν απο το στενό τραπέζι στο ξύλινο πάτωμα.Η σελήνη αγκαθωτή φαίνεται απο το μικρό παράθυρο .Παντοπωλείο που μυρίζει παστό ψάρι.Βιβλιοπωλείο που ψήνουν λουκάνικα.Μαύρες σκέψεις , πουκάμισα στη σειρά μέσα σε ντουλάπα που μυρίζει ναφθαλίνη, ολόιδια και πληκτικά στο σχέδιο τους.Γαλανός ουρανός απο πάνω, ότι και να συμβαίνει.Δέντρα που ψάχνουν το ρυθμό.Χτυπάνε δεκάδες τηλέφωνα στην εταιρία που εργάζεται και με στενό γιακά τα σηκώνει, λίγο ιδρώτας και μεγάλη υποψηφιότητα για μίστερ Έμφραγμα.Καπνίζει οδηγώντας και η γεύση του γίνεται πικρή όπως η όραση.
Ερωτεύεσαι σα να διαλέγεις μουστάρδες .Φωνές μέσα απο τα σπίτια.Κυκλική λάμπα φθορίου στην κουζίνα.Ανθρώπινη μυρωδιά στο ασανσέρ.Ερωτεύεσαι όπως μασάς τσίχλα.Ο πρίγκηπας είναι άρρωστος.Στο παλάτι κάνουν ότι δεν συμβαίνει τίποτα.Τα συντριβάνια τρέχουν πιο δυνατά με διαταγή.Ο παπαγάλος έτοιμος να μιλήσει.Ερωτευόμαστε ο ένας την ιδέα του άλλου.Κι όμως , απο κοντά, ο πόλεμος μπορεί να είναι και αστείος.
Ο άνθρωπος είναι μια έρημος.Τα καταπράσινα φυτά που φτιάχνουν τις οάσεις του, οι άλλοι άνθρωποι που  συναντά.Καινούργια τηλεόραση.Η ταμίας χτυπάει τις καρδιές στο σκάνερ.Με κραγιόν σκούρο δεν φαίνονται τα φιλιά στο σκοτάδι.Σκουλαρίκι στα χείλη, αγκίστρι με τη συγκατάθεση απο τις φίλες που χαχανίζουν επάνω απο μια οθόνη που λάμπει.
Χτυπάει ρυθμικά η κεντρική αρτηρία.Την Κυριακή με το καλό γυαλί ηλίου , βγαίνει ο κόσμος για να ξεκουραστεί.Έρχεται βροχή.Καφές σε πλαστικό ποτήρι.Της εβδομάδας η οργάνωση την Κυριακή ανοίγει σαν καρπούζι.Μένεις δίπλα στη μεγάλη λεωφόρο.Τα κοπάδια κατεβαίνουν στο ποτάμι κάθε πρωί την ίδια ώρα για να δροσιστούν.Μακριά απο την φύση , δεν φαίνονται οι εναλλαγές.Έτσι ξαφνικά μια μέρα μεγαλώνεις αλλά το μπουφάν σου καινούργιο κοιμάται για να στρώσει επιδερμίδα μέσα στη ντουλάπα.
Ο πυρετός έχει πλούσια δώρα.Αφήνεις το σώμα σου κυλιόμενο σε μια μπαρόκ τοστιέρα με παραισθήσεις.Γίνεσαι ο χρόνος ολόκληρος χωρίς εμπόδια ωραρίου και συσκέψεις.Εκεί οι σουλτάνοι τροφαντοί, καπνίζουν σύννεφα και οι πάπιες μιλάνε με Βρετανική προφορά σημειώνοντας τα λάθη στο σερβίρισμα του δείπνου.Γέμισε το κεφάλι μας με εικόνες άλλων.Το σπίτι χαμηλό και καμμιά φαντασίωση για να ανακουφιστεί.Τα έπιπλα χαρισμένα , λίγα και παράταιρα.Η αυλή γεμάτη χόρτα και όλα τα χρώματα κοντά στο σκούρο, βλέπουμε με τη διάθεση και μόνο.Η οικογένεια που περιμένει μια παρεά που δεν θα έρθει.Μια νύχτα που θα πέσει πάλι, πόρτα από αμπάρι.
Η φτώχεια ανακατεύει τα μαλλιά και ρίχνει τα δόντια.Ξεφλουδίζει τα όνειρα.Το παράθυρο δεν δείχνει ποτέ τι είναι πραγματικό.Σκιά όλη μέρα.'Ηλιος που απλώς τονίζει τη σκόνη.Κατσαρόλες με ρούχα, μακαρόνια, αμβροσία ενός παράδεισου με σκουριασμένες πόρτες και φυλλάδια να ξεχειλίζουν απο το κιβώτιο.Θεέ μου μεγαλοδύναμε, αγόρασε επιτέλους ένα καινούργιο κομπιουτεράκι.
Θαλάσσια σπίτια.Γοργόνες στρώνουν τα μαλλιά τους για να βγούν μια καλή φωτογραφία.Μαρίνα σημαίνει θαλασσινή.Κρεμασμένα στους τοίχους σου, όλα τα παράξενα κάδρα.Χταπόδια ξεραμένα , βυθόμετρα και κοράλλια σε προθήκες σαλονιών που κάποιος με γνώριμη μυρωδιά κολόνιας , δεν θα πάρει ξανά , τηλέφωνο θαμπό, απ τον ωκεανό.Μπουκάλι κολόνια επιπλέει στο όνειρο του ναυαγού.Κάθε πρωί ανανάς , σκαρφάλωμα, σινιάλο.Το μεσημέρι ψάρι και το βράδυ άστρα.Κάθε βράδυ άστρα.Το πρωί, μπουρνούζι μποξέρ απο φως.Πολλοί ξεκίνησαν να δαμάσουν τη ζωή με πλοία , λάβαρα και θρησκευτικές δοξασίες.Ο δράκος τρυπιέται αλλά ταυτόχρονα τρυπιέται και ο πυθμένας του καραβιού.Μπάζουν απότομα νερά , όταν νόμιζες οτι κατάφερες να ξεχωρίσεις τις ποιότητες των ταξιδιωτών.
Το ατομικό τραπεζάκι κλειστό.Καφές και χυμός.Οι γάμπες σε μοκέτα μπλε , διασχίζουν τους ουρανούς.Παραθυράκι μπάνιου θαμπό από το υψόμετρο.Φωτιά στο αεροσκάφος , τραγουδώντας ελαφραίνουμε, πέφτοντας επάνω σε σπίτια με απλωμένα χρωματιστά βρακιά .Βαδίζει στο μεγάλο κήπο , ανάμεσα στα άνθη.Λουλούδι με λεπτά πόδια , που μυρίζει αποσμητικό και κουράζεται ανεβαίνοντας προς την ομορφιά.Λεβάντα με λεβέντη βοσκό και σέλφι στικ γκλίτσα στα οροπέδια της βλάχικης κατανάλωσης.Μεγάλο φεγγάρι , κιμωλία και σφουγγάρι μαζί.Προβολέας διάσωσης του καθενός .Τηγανόψωμο λευκό, από το πολύ δηλητήριο.Λαική αγορά μελών ρομπότ.Φωνάζει ο πωλητής για το φτηνότερο κεφάλι.Λεμόνια σαν τα πρωινά που καπνίζαμε βαριά τσιγάρα στην αυλή προτού αφεθούμε στο μουρμουρητό μιας μάχης ή μιας ιστορικής συμφωνίας.Λεύκες χωρίς εφιάλτη.Άγευστες τυρόπιτες.Τα όνειρα μυρίζουνε βενζίνη.Τα κορίτσια μυρίζουνε αέρα.Τα πλάσματα της φύσης παλεύουν κάθε μέρα να ζήσουν από προγραμματισμό.Δεν έχουν στο μυαλό τους την κληρονομιά.Ταυτότητα αναγνώρισης πτώματος.Στρωμένο τραπέζι ,που δε μιλάει κανείς.Στρωμένο σπίτι με χαλιά που ταξιδεύουν το νου , με το ελάχιστο μοτίβο.
Ο πυρετός είναι μαχαραγιάς.Το σπίτι μεγάλο τάνκερ που κλυδωνίζεται στη φουρτούνα.Ηλιοβασίλεμα κάθε πρωί.Τα μεγάλα ταξίδια στο κέντρο με τα τορπιλικά τρόλει.Το γκρι μέσα στο χειμώνα , μπετόν στην οικοδομή του  αγνώστου.Τα ζεστά βυζιά της πρέζας.Το αλκοόλ το καλοκαίρι φτιάχνει αντικατοπτρισμούς.Ο σκονισμένος άνθρωπος του κέντρου.Κονιάκ σαν το  καπέλου λοχαγού απο κάστορα , που κυνηγάει ινδιάνους στο χείλος της μποτίλιας.Η μυρωδιά του μετρό, βόλτα μέσα σε ηλεκτρική σκούπα.Μοκέτα απαλή , όπως όταν ακούγεται η φωνή σου στο τηλέφωνο.Οι απογοητεύσεις της ζωής είναι ένα ψυγείο γεμάτο με φρέσκα φρούτα.Καθημερινά γεμίζουν το σώμα βιταμίνες και εκλεπτύνουν τους γευστικούς κάλυκες για να μπορείς να γεύεσαι σωστά , όλες τις αποχρώσεις.
Η μικρή ήταν ερωτευμένη με τον ποδοσφαιριστή.Αυτός έμενε μακριά , πέρα απο τη γέφυρα.Ανάμεσα στα τετράδιά της , είχε την φωτογραφία του με τα χέρια πιασμένα πίσω.Ανάμεσα στα πόδια της , είχε τη φωτιά που την έκανε να φέρεται παράξενα στις ξαφνικές φιλοφρονήσεις.
Οι τσουκνίδες στον ήλιο , φαίνονται ακίνδυνες .Αυτοί που κάνουν συνεχώς στην υγειά μας, έχουν έλλειψη αγάπης.Οι ταβέρνες σκοτώνουν τους μεσήλικες αργά.Τα παλαμάκια ραγίζουν σιγά σιγά την καρδιά τους.Το ασθενοφόρο είναι μαζί και καντίνα που ψήνει πολύ νόστιμα κρέατα , περιμένοντας την κλήση για μεταφορά , γι αυτό συχνά έχει μια παράξενη μυρωδιά ο πίσω χώρος.Αυτό δεν βοηθάει καθόλου βέβαια τους υπερτασικούς που περιμένουν να φτάσουν κοιτώντας απο το παραθυράκι τις ώριμες κυρίες με τα πολλά κοσμήματα να βουτάνε πού αργά , τα κουλουράκια του καφέ , μέσα στην πηχτή συννεφιά.
Ο καπετάνιος ζήτησε καφέ και τσιγάρο.Τα χρυσά κουμπιά του λάμπουν , μέσα στο γκρι του καταστρώματος .Κάπου κάνουν πάρτυ στη μεγάλη πόλη.Χορεύουν ελαφρά μεθυσμένοι κοιτάζοντας τον ίδιο αστερισμό με κάποιους που θαλασσοπνίγονται μίλια μακριά.Καμπανάκι μόλις που ακούγεται μέσα στην τρικυμία.Άπειρα λουλούδια γύρω.Τα νυχτερινά φώτα, είναι τα άνθη της πόλης.Τα αυτοκίνητα αναπαράγονται κρυφά στις σκοτεινές μάντρες.Κρατάμε όλοι από ένα ακριβό μπουκάλι άρωμα στα  χέρια.Κοίτα πως καταρρέουν οι αυτοκρατορίες με ένα καλό γύρισμα του μαλλιού , πίσω απο το αυτί σου.Χρυσάφια κράνη και όπλα γίνονται χαλασμένα κονσερβοκούτια όταν σηκώνεσαι να ετοιμαστείς νωρίς το πρωί ενός ακόμα χειμώνα του πετρελαίου που βγάζει την πιο τέλεια φλόγα , στο ψηλότερο σημείο του φουγάρου.Στο διυλιστήριο κατοικούν τα πνεύματα των εργατών.Συχνά τους έρχεται να πειράξουν τους διακόπτες.Τελευταία στιγμή το μετανιώνουν .
Η καρδιά της είναι μια Ιαπωνική γειτονιά.Κόβει τα λαχανικά , ενώ στην τηλεόραση πέφτουν τα πολεμικά ελικόπτερα.Οθόνες δείχνουν τον κόσμο που θα έρθει.Σε ετοιμότητα για τους τυφώνες.Τακτοποιημένοι σε κουζίνες , ρουφούν τον κρόκο του αυγού.Συνταξιούχος ήλιος.Οι γκριμάτσες των Πίνκ Φλόυντ παίζοντας στην Πομπηία.Ο αυλητής στις πύλες της αυγής.Κούφιο χασίς.Οι Νίντζα που πηδούν άφοβα στον γκρεμό.Το δαχτυλίδι με τη χοντρή πέτρα του ιδιοκτήτη βίντεο κλάμπ Joy.Oι βδομάδες περνούν πολύ γρήγορα όταν πρέπει να επιστρέψεις κάτι πίσω.Οι παλιοί φίλοι φλυαρούν με τις καύτρες να πέφτουν στα καλύμματα του καναπέ.Οι αμίλητοι γονείς μπροστά στην τόση αλητεία.
Πάμε στο σημείο που φαίνεται καλύτερα η πόλη.Θα δείς αν είμαστε τυχεροί την πλάτη της φάλαινας να γυαλίσει για λίγο στον αέρα.Είναι καιρός που έγινε το τοπίο αιχμηρό, λόγω της καινούργιας προβλήτας.Αλλάζουν τα σύννεφα και οι ημέρες.Τα στάδια των ταινιών γεμάτα με κόσμο που μασουλάει σνάκ.Προβολείς νυχτερινοί του ιπποδρόμου.Η αλλαγή του χρόνου με το καλό ρολόι , το πουράκι με το καλό δάχτυλο.Προβολείς νυχτερινού πλοίου στο πουθενά.Σκληρή η πέτρα , αλλά καλοί μεταλλωρύχοι.Όταν πέφτει η βροχή , μοιάζεις με δωμάτιο του εξωτερικού.
Όλα τα λαικά τραγούδια μια τοιχογραφία.Με τα λαικά το σαλόνι γίνεται καίκι στ ' ανοιχτά.Τηγανητά ψάρια σε πορτοκαλί φιάλη.Σωσίβιο με το όνομά σου.Ζούμε μέσα σε ένα κάδρο.Σε ένα απλό σαλόνι.Τα καλύμματα στις πολυθρόνες, φορέματα χορού σε κατάστρωμα υπερωκεάνιου που παίζει ορχήστρα φωτισμένη.Από κάτω τα αστέρια.Στο βυθό στρωμένα τραπέζια με τα σερβίτσια από τα ναυάγια , κεριά αναμμένα μέσα στο νερό , αν είσαι εκεί να το πιστέψεις.Το βλέμμα της εξαρτάται από το βαρομετρικό.Έχει μαζέψει τα ζώα των κοντινών σπιτιών και τους μιλάει.Πέφτουν στο πιάτο της αστέρια κι έτσι είναι πάντα χορτάτη.Εκείνη είναι που φέρνει τις πλημμύρες και τα βαριά λαχανικά στις φωτεινές πλατείες και τα αρχαία στάδια.Τις αχιβάδες κολλημένες στα μηχανάκια, όταν τα νερά τραβιούνται.Έχει βαμμένο το πρόσωπο και ένα μικρό κουτί που εμφανίζει λεπτά τσιγάρα που ο καπνός τους γλυκαίνει ολόκληρο το απόγευμα.
Ο μηχανοδηγός κάθισε στην καρέκλα.Άναψε ένα τσιγάρο που χάθηκε κάτω απο τα μουστάκια του και άρχισε την αφήγηση .."Το πρώτο μου ταξίδι ήταν μέσα σε ένα δωμάτιο.Έμπαινε το φως από το παράθυρο.Έμπαινε η σκόνη των γαλαξιών που μας αποτελούν.Τα παιχνιδάκια κρεμασμένα στην οροφή κινούνται απαλά με τα μάτια ανοιχτά.Ένας κινούμενος κουρδιστός πολυέλαιος πολύχρωμος με κάνει να χαμογελώ.Γειτονιά με μεγάφωνα της αγοράς φρούτων , ξεβαμμένα λογότυπα σε κλειστά φορτηγά.Φύλλα πορτοκαλιών .Λαδομπογιά στα ντουλάπια του θαλαμίσκου.Διάδρομος νυχτερινός , ολόκληρη περιπέτεια .Οι δυο εταίρες του τελευταίου Αυτοκράτορα.Γαλάζιο φως οθόνης, ελαφρύ σκέπασμα.Η αμαξοστοιχία έχει εφτά βαγόνια.Ένας δίσκος ρυθμίζει την ταχύτητα.Στις στροφές χτυπάει ένα καμπανάκι προειδοποίησης.Σπίτια γεμάτα με φυτά και ταψιά στο φούρνο.Λάστιχο τυλιγμένο φίδι, που περιμένει.Το δρομολόγιο θα φτάσει στις έξι παρά τέταρτο το πρωί.Δυο καφέδες το λιγότερο για να αντέξεις.Τη νύχτα πιάνει δροσιά στον κάμπο.Επέστρεψα μεθυσμένος στο σπίτι και τα φώτα είναι θαμπά.Ένιωσα το μεσαιωνικό χάνι για μια στιγμή στο δέρμα του.Το καλοκαίρι στο βουνό είναι πάντοτε φθινόπωρο.Φοράει μια μαύρη ζακέτα.Σταυρώνει τα χέρια της.Θα τα πούμε του χρόνου.Θα τα πούμε ποτέ.Το χειμώνα γεωμετρία.Τα τηλέφωνα που θυμάμαι πάντα απ έξω.Πέντε στάσεις μέχρι τον τελικό προορισμό.Μόλις ξεκινήσαμε , άρχισε να βρέχει.Η μέρα , ένα μεγάλο παράθυρο.Ανάλογα με την προτίμηση του χρήστη.Έγινα μηχανοδηγός για να μπορώ να ταξιδεύω μόνος αλλά ταυτόχρονα κάποιοι, να μπορούν να βασίζονται στη διαύγεια μου.Οι μπαλαρίνες γερνούν κάποτε.Η πλάτη τους γίνεται διαλυμένη χώρα απο τους βομβαρδισμούς.Κάθε πρωί βγαίνω στο μπαλκόνι και αναπνέω την υγρή συννεφιά.Έγινα μηχανοδηγός απο αγάπη για το ατσάλι''.
Ο καφές είναι το ναρκωτικό των καπετάνιων , των μηχανικών αυτοκινήτων και των παρκαδόρων στα φέρρυ.Των σύνθετων η πίστη τεράστια στους κόκκους του.'Οταν οι υπόλοιποι έχουν μαζευτεί στο τζάκι με τον τάρανδο και τραγουδούν γύρω από το γκλόκενσπιελ τραγούδια γιορτινά με λίγη κρέμα στην άκρη των χειλιών τους και τα κλαδιά λυγίζουν από το πολύ χιόνι, όπως λυγίζουν  οι εθισμένοι στην πρέζα στις μεγάλες πλατείες.Όταν τα παιδάκια κοιμόνται στη ζέστη , οι μπάλες χρωματίζουν τη δυσπεψία και ο Άγιος Βασίλης μπεκροπίνει με κάτι αναμαλλιασμένους φίλους του πρίν ξεκινήσει το δρομολόγιο , ο συνθέτης γυμνός σαν λεπίδα , κόβει κυβάκια από το σκοτάδι , για να τα προσφέρει σε πιατάκια με γαρνιτούρα και πολύχρωμη τρούφα ώσπου , τρώγοντας κομψά ο κάθε σεμνός καλεσμένος , να μπορέσει να γευτεί εκπληκτικά από την αρχή τον εαυτό του.Ο καφές είναι των μπαρόκ πυραύλων τα καύσιμα.'Υμνοι στο Θεό μέσα από κουβούκλια.
Κυβερνώντας τον πλανήτη αλλά το καλοκαίρι , κατασκήνωση και λουκάνικα.Ο παθολόγος έμαθε εμπιστευτικά , το καινούργιο επεκτατικό σχέδιο.Χρυσά χάπια για την πίεση.Κόβει την χοντρή μπριζόλα, όπως μοιράζει τα εδάφη.Καινούργιο άρμα μάχης , που σκαρφαλώνει άνετα σε κάθε μεγάλο προγούλι.Οι γενικές εξετάσεις , δίπλα στο χαρτί με τον λόγο που θα εκφωνήσει.Προσοχή να μην μπερδευτούν τα χαρτιά.Ο πλανήτης κινείται με ιατρική συνταγή.Όσο υπάρχει το παγωτό , δεν φοβόμαστε τίποτε.Όσο δεν πέφτουν βόμβες να προλάβουμε να τα πούμε γιατί μετά δεν θα ακουγόμαστε.
Γράφεις πάντα με ωραία γράμματα λες και γύρω μας είναι μόνο ευγενείς.Ένα φλυτζάνι πορσελάνινο η μέχρι τώρα ζωή μας.Με σεβασμό στα σχέδια και στις ρωγμές του.Λουδοβίκοι και Αντουανέτες γαλάζιοι χορεύουν επάνω σε τραπεζομάντηλα.Ο έρωτας ψήνεται και σκληραίνει σε υψηλές θερμοκρασίες.Αν σπάσει πετιέται και αντικαθίστανται με καινούργιο αγαλματάκι.Η γκιλοτίνα περιμένει τους ανυπόμονους.Κυλάει το κεφάλι στην κατηφόρα και συ κουτουλάς στα τοιχώματα του κρανίου και δεν μπορείς να φορέσεις καλά το κραγιόν σου, ποντικάκι παγιδευμένο στο σαλόνι σου.Καλά που υπάρχουν και οι ταβέρνες και μπορείς να πίνεις μέχρι να πονέσει το σαγόνι , βλέποντας τσιφτετέλι από φελιζόλ ψαροκασέλας , καπνίζοντας υποχερωτικά στριφτό με αυτά τα λεπτά φίλτρα που φτάνοντας πολύ άκρη στο στόμα , αυτοκτονούν μέσα στο πιάτο.Με λαδωμένα χέρια μην πιάνετε τα μαργαριτάρια και μην φιλάτε με πάθος το φανταροκουρεμένο αγόρι σας.Βλέπουν τα φαντάσματα των σχεδιαστών μόδας , την τρύπια σου κάλτσα.Οι φίλες έτοιμες να επέμβουν με ελικόπτερα και τακούνια στην ελάχιστη κουβέντα που θα τους φανεί εμπρηστική.
Χορεύεις τσάμικο , με τον ψυχαναλυτή σου.Σου ανοίγει την καρδιά του , μεθυσμένος.Παίζετε βελάκια.Έχει κι αυτός τα ζόρια του.Τον παρηγορείς με μιά σοκολάτα αμυγδάλου.Χοροπηδάει σαν παιδάκι .Χάνει τα γυαλιά του.Γελάει.Γελάς και συ.Ποτέ δεν τον έχεις δει έτσι.Θεραπεύτηκες.
Χτυπάει κουδούνι για μέσα και πίνεις αχόρταγα,όσο νερό αντέχεις.Κυπελάκι σπαστό , πρόβα για τηλεσκόπιο .Η υδρόγειος στο χάρτη, πολλά υποσχόμενη.Τα σύνορα σα λασπωμένη μπότα.Κανείς δεν μπορεί νε σε παρασύρει πουθενά.Είναι όλα επιλογές εξισορρόπησης της δεξαμενής των συναισθημάτων που δυστυχώς λόγω αδιαφάνειας του δοχείου , δεν μπορείς να δεις πόσο έχει ακόμη περισσέψει.
Τα σπίτια είναι βάλτοι .Βατράχια γευματίζουμε αλλά όσο και να προσέχουμε ο θόρυβος είναι δυνατός και τρίζει.Φοράς τα γυαλιά σου και βγαίνεις στη βροχή και στα αρχίδια σου πως είναι εκέι έξω.Κι ας δε βλέπεις καλά απ τις σταγόνες.
"Θα πω τραγούδι στη βροχή, να μη φανεί το
δάκρυ,χάθηκε Θεε μου η ζωή, χάθηκε η αγάπη."
Με χαίτη κατακτήθηκε ο κόσμος.
Έρημος με σημαιάκια στολισμένη.Η εορτή με τα άρματα.Κοιμάται μέσα στο σκοτεινό κανόνι.Με το πρώτο μπαμ , θα εκτοξευτεί επάνω από τα πελάγη.Στο βυθό οι δύτες, ψάχνουν παράσημα και εργαλεία σκουριασμένα .Η καρδιά της είναι μηχανική και επιχρυσωμένη.Το λεπτό περίβλημα ταράζεται με τις αλλαγές και αυτό μπορεί να την κάνει σαν βόμβα να σκάσει αν λίγο παραπάνω αισθανθεί απλή αγάπη.Τα γρανάζια αποσυντονίζονται στο άγγιγμα.Γυρίζεις στο σκοτεινό σπίτι, διάδρομοι διαστημόπλοιου .Ροδάκια πολύ μικρά στα πόδια της , ίσα ίσα για να κυλάει απαλά.Το γέλιο μυρίζει βασιλικό.Βγαίνει απο το στόμα και σπάει σαν φούσκα με ήχο ηλεκτρονικού όταν κερδίζεις πόντους.Τα απλά κορίτσια μας δίνουν κι άλλες ζωές σε κάθε πίστα ,πανηγυρίζοντας με κόκκινα μάγουλα.Τελειώνουν τα  κέρματα.
Το στυλ μιάς πόλης με τρύπια άσφαλτο και ψηλά τακούνια.Το παγωτό ,
κινούμενη άμμος.Η παραλία με τον πύργο απο το σκάκι.Το μέγαρο
μουσικής φωτισμένο τούβλο.Το συντριβάνι που δεν κάθεται να
ακούσει κανείς . Τα αυτοκίνητα αρκούν με το θόρυβό τους , να
κρύψουν τα μυστικά.Το λιμάνι χωρίς πλοία.Η βασίλισσα κοιμάται σε
κάποιο ευρύχωρο διαμέρισμα με μάρμαρο στο πάτωμα , στα
Ανατολικά προάστεια.Τα πλοία φέγγουν με παλμό , αλλά αυτή
αδιαφορεί ισιώνοντας τα κόκκινα μαλλιά της.

Ζούμε ανάμεσα σε νοσοκομεία.Ανάμεσα σε ερυθρούς σταυρούς.Σε φρέσκα φρούτα και λαχανικά που μασώνται σε σαλάτες τα Χριστούγεννα.Η κάτοψη του γυάλινου πιάτου με τις θήκες γεμάτες εως επάνω με αποξηραμένα φρούτα.Κρασί σε σπίτια με γλυκειά ζέστη.Καστόρινο γιλέκο μπάρμαν Ινδιάνου.Κολόνια αποικιοκράτη με μουστάκι αυστηρό , νοσταλγό της τακτοποίησης των ιδεών σε
οστεοφυλάκια.

Το σώμα εξασκείται σκληρά σε εκπαίδευση
λοκατζήδων της πισίνας, με τα κοκτέηλ που λάμπουν οι φέτες από
τα λεμόνια και τριγύρω κυρίες με πασουμάκια στις ξαπλώστρες,
σύζυγοι έμπορων ναρκωτικών με όπλα κρυμμένα ανάμεσα στα
ακριβά κοστούμια από σατέν και τις ρόμπες με τους δράκους των
Κινέζικων παραμυθιών του οπίου.Τα μεσημέρια είναι ένα κινούμενο
σχέδιο που οι ήρωες του περπατούν μες τη βροχή.Η βροχή είναι το
δείγμα δωρεάν του παραδείσου.Η ανάγκη καμμιά φορά ανεβαίνει
και φτάνει μέχρι τα χείλη ώσπου , μην μπορώντας να σωπάσει
γίνεται παγωμένο ποτήρι με αλκοόλ ή τραγούδι λείο.Το σώμα
μεταφέρει ιστορίες από τότε που κάποιος πολύ παλιά , γύρισε με
όρεξη να αφηγηθεί αυτά που έβλεπε μέσα στη φωτιά.

Κοιμάται σκεπασμένη με το φως από το ανοιχτό παράθυρο.
Πόσο πλούσια ζει,χαμπάρι δεν παίρνει μέσα στην κίνηση των δρόμων που επιβάλλεται να ησυχάζουν , αργά τη νύχτα που οι άνθρωποι ανοίγουν σαν τα λουλούδια.

Τα γραφεία δεν μυρίζουν τίποτα.Τα όνειρα των
υπαλλήλων τραπέζης , απόδραση στα πέλαγη, καβάλα σε ένα
μεγάλο κρουασάν βουτύρου.Η πιο μεγάλη μάχη ακόμα δεν έχει
δοθεί.Είναι και το πλούσιο πρόγραμμα των καναλιών στη
μέση.Παραταγμένοι ιππότες εκπνέουν ντουμάνια με γεύση
βερύκοκο.Η πολυκατοικία είναι ένα χαρτονένιο κουτί
δημητριακών.Υπερήφανοι στέκουν στις εξέδρες με τρομπόνια και
ποπ κόρν για αυτή την παγίδα που συνηθίζεται να λέγεται
πόλη.Ξαφνικά αστράφτει και παίρνει μπρος η απαλή σου μηχανή.Η
νύχτα θα φορέσει τα δαχτυλίδια της αγορασμένα από τον
σκονισμένο Κρόνο.Φυσάει αέρας δυνατός.Σηκώνει φούστες- κλισέ και σημαίες ξεφτίζει.
Ο άντρας κάθεται κάθε πρωί στον πάγκο και
στύβει το μυαλό του να προχωρήσει την ιδέα , να προχωρήσει τον
κόσμο τόσο , όσο ένα καρφάκι.Τα εργαλεία ακονισμένα.Η εργασία
είναι η δόμηση της ερήμου.Αλλιώς επάνω στο νωχελικό λίκνισμα
της καμήλας, σάζι , θεωρίες, χουρμάδες και γλυκό τσάι , μέχρι να
γίνεις ο μεγάλος Τουριστικός.Στα καθίσματα των φτηνών
αεροπορικών εταιριών αφήνουμε τη νεότητα μας.Στις τουαλέτες
των ΚΤΕΛ σνιφάρουν λιβάνι οι γιαγιάδες.Η εθνική οδός μακρύ
γκρίζο φίδι που καβαλάει τριπαρισμένος από τη γύρη , ο Τζίμ
Μόρισσον που υπάρχει σε κάθε χωριό.Αυτός που εμφανίζεται στην
πλατεία μέρα μεσημέρι και η αγκράφα του τυφλώνει τον
ταβερνιάρη που μαζεύει από το τραπέζι τα άδεια πλαστικά πιάτα
από τα ορεκτικά.Στα διόδια γίνονται μυστικές συμφωνίες
πυραυλικών συστημάτων.Οι σκονισμένες κασέτες του πίσω
παρμπρίζ.Οι εκδρομές στα λουτρά υπερηλίκων ρομπότ με
απομιμήσεις ανταλλακτικά ισχία και αερογέφυρες δοντιών.Παστέλι
σκληρό σαν το χιούμορ δεσμοφύλακα.Χαλβαδόπιτα ιπτάμενη ,
βομβαρδίζει με φυστίκια αλλεργικούς τραγουδιστές στα
πανηγύρια , σταλμένη από τον ιδιοκτήτη του απέναντι μαγαζιού που
η κοιλιά του κρύβει το πιν στο μηχάνημα ανάληψης
φρεσκοπλυμένων χρημάτων.
Μπαίνει ο Χειμώνας ουρλιάζοντας,
τρελαμένος έφηβος σε σχολείο με δυο αυτόματα στα
χέρια.Γλείφεις το μυαλό της οπότε μιλάτε ελαφρά
μεθυσμένοι.Αυτό δεν την αφήνει να πέσει στη μελαγχολία των
τέλειων κοιλιακών.
Ο ξυλοκόπος σίγουρος για τις δυνάμεις του
ξεκίνησε με το καινούργιο του τσεκούρι για το μεγάλο δάσος.Ο
ήλιος έκοβε τα σύννεφα σε ξεφτισμένα κομματάκια.Ο ξυλοκόπος
προχώρησε αρκετά μέσα στο ξέφωτο, εκεί που αρχίζει η δροσιά να
σκοτεινιάζει και η φύση γίνεται κρυφή.Εκεί που τα πουλιά
σταματούν να μιλάνε και κάνουν άλλες νευρικές κινήσεις μέσα σε
τρύπες κρυμμένα και σε κλαδιά πλεγμένα πυκνά στα χρώματα των
πολεμικών ελικοπτέρων.Οι κορμοί των δέντρων άρχισαν να
αλλάζουν υφή και φωτάκια ξεφύτρωσαν κατά μήκος τους σαν
ενσωματωμένα στο φλοιό που άρχισαν να λάμπουν πολύ θαμπά
εκπέμποντας έναν παλμό υπνωτικό , ένα ερέθισμα των ματιών τόσο
ξαφνικό , που δεν είχαν παρά να επικεντρωθούν σε αυτό μέχρι να
καταφέρουν να το εξηγήσουν.Ο ξυλοκόπος έμεινε για πάντα εκεί
μαγεμένος.Ξέχασε το σπίτι του , τα λουλούδια στον κήπο και τους
λεπτούς αστραγάλους της γυναίκας του που κάθε πρωί
χαμογελούσε πικρά , κοιτώντας έξω από το παράθυρο.

Πωλητής πουλάει μπαλόνια στο πάρκο.
Συχνά προσέχει πως να μοιράζει το βάρος του
 και να μην σηκώνει και τα δύο του πόδια ταυτόχρονα
γιατί μέσα του ανησυχεί μήπως τον παρασύρουν ψηλά και εκεί
πάνω δεν έχει βόλτες και γρανίτες.

Η ορχήστρα πετάει φλόγες.Η μαύρη μαγεία είναι απλώς η μουσική.
Το άλλο είναι ρουστίκ.Φέτα ηλίου στο γαλάζιο κοκτέηλ του ουρανού
.Οι σάλπιγγες της αποκάλυψης μπορεί να είναι και τρομπέτες που παίζουν δαιμονισμένη τζαζ.
Η μαύρη φυλή είναι το άναρχο πνεύμα που
πολεμάει ο λευκός ταξινομητής.Όποιος είδε ποτέ του έστω και ένα
θαύμα , σημαίνει ότι πιστεύει απλώς στην ίδια τη ζωή.Ο παράδεισος
είναι ένας φωταγωγός.Δεν αντέχεται τα καλοκαίρια.Τον Χειμώνα
με κανένα βιβλίο ή με σφυρηλάτηση ασπίδας περνάει ο καιρός.Και
μετά η άνοιξη με τα κατατονικά λουλούδια και τις μαστουρωμένες
πασχαλίτσες.Το φθινόπωρο έχει μια φαινομενική αξιοπρέπεια σαν
κομψός ευγενής που όμως τη χάνει όταν βγαίνει Σάββατο
ξημερώματα απο την πάμπ τρεκλίζοντας και ξερνώντας σελίδες από
το βιβλίο με τους κανόνες καλής συμπεριφοράς στο δείπνο.

Το καπέλο του ταχυδακτυλουργού δεν έχει πυθμένα.Αν πέσεις μέσα
χάθηκες στα σκοτάδια.Θα πέφτεις για χρόνια.Όλα τα κόλπα έχουν
μια εξήγηση.Άκου λίγο.Μην αμύνεσαι στους ήδη ηττημένους.Σε μια
λάμψη ζούμε στιγμιαία φτερών ενός δορυφόρου που άλλαξε
ελαφρά την κλίση του.Ένα όνειρο κάτω από τον ήλιο ,έλεγε στην
ταινία με τους αγγέλους που βαρέθηκαν το ουδέτερο συναίσθημα
της αιωνιότητας μέσα στην ασπρόμαυρη πόλη.Συζητώντας μέσα σε
αυτοκίνητο λύνονται τα δυσκολότερα προβλήματα , οι πιο σκληρές
εμμονές πετάγονται στο παρμπρίζ και σα νεράκι τις παίρνει ο καλός
υαλοκαθαριστήρας.Δεν παίζουμε σε διαφημιστικό παγωτού με
μαυρισμένους κώλους.Είμαστε οι ίδιοι ,οι αγχωμένοι κώλοι.Τις
χαρούμενες μέρες , είμαστε το αντηλιακό του θεούλη , όταν
ανάβει το έξαλλο μπάρμπεκιου ο σατανάς-βοηθός ψήστη στη
λιγδιασμένη από λίπος και τηγανητή πατάτα κόλαση με πλαστικό
τραπεζομάντηλο.Τις σκοτεινές ημέρες είμαστε το μαύρο λουκάνικο
από αίμα γουρουνιού που καταπίνει αμάσητο ξανθωπός Βίγκινγκ
μέσα στη σκιερή ταβέρνα με μεθυσμένους στο υγρό πάτωμα ,που
ονειρεύονται πτήσεις με αερόστατο το πιο γλυκό απόγευμα του
καλοκαιριού.

Εργατικές κατοικίες ανθρώπων σκυφτών που δεν
γνωρίζουν τη χαρά με απλές κινήσεις, σα να παίρνεις με το χέρι λίγα
νόστιμα αμύγδαλα.Η ομπρελίτσα του παγωτού σκεπάζει από τις
καταιγίδες.Ανθίζουν οι αμυγδαλιές μέσα στις μονάδες εντατικής
θεραπείας.Γεμίζει η αίθουσα το βράδυ από το άρωμα τους.Έχουμε
φτάσει στα αστέρια και συ ακόμα φοβάσαι μη χαθείς .Η Γη σα να
μην έχεις φύγει ποτέ από το χωριό.Το αποικιακό διαστημικό
σκάφος άνοιξε την κεντρική πόρτα και ξεχύθηκαν πρόβατα στο
υπερπράσινο απάτητο λιβάδι διψασμένα για φρέσκο χορτάρι.Η
Ανταρκτική έιναι φτιαγμένη από παγωτό καιμάκι.Ο μετέωρολογικός
σταθμός είναι ένα σχήμα μοναξιάς του τέλειου κόσμου.Μοντέρνα
γυαλιά ηλίου σε παλαιά μούτρα.Σπήλαια με μεγάλα ηχεία να
κρέμονται από τον βράχο.Ποτό φωσφοριζέ με υγρασία να πέφτει
από τους σταλακτίτες.Πορτιέρης με κρεμασμένα κεφαλάκια στο
λαιμό.

Η μητέρα μας έιναι μια μεγάλη
καπνοβιομηχανία.Φουμάρωντας κινείσαι Ινδιάνικα , στα μαγαζιά
μπαινοβγαίνεις με τους αντίχειρες στις μπροστινές τσέπες ,κάου
μπόυ που δεν μπορεί να καθίσει λεπτό στο σπίτι.O άνθρωπος που
σκοτεινιάζει πιο γρήγορα και απ΄τη σκιά του.Ακούς προσεκτικά τις
απαιτήσεις του κάθε χρεωμένου πελάτη που σε μια ημέρα θέλει να
ανακουφιστεί.Μικρή στο μεγάλο κόσμο , κοιμόμαστε στην ίδια
στάση σώματος.Γύρω μας άνθρωποι που όλο κάτι ζητάνε.Μια
ζάχαρη, ένα νερό , ένα καλάζνικοφ.Φοράς το χρυσό σου μπουφάν
και χάνεσαι στα στενά.Ντίσκο εφιάλτης στους δρόμους της Νέας
Υόρκης.Πέφτουν τα αστέρια με ορμή πάνω στην πόλη και συ
νομίζεις ότι άναψαν τα φώτα.Φλαμένκο ακούγεται μέσα στον
διαστημικό σταθμό.Ο βασιλιάς αποκοιμήθηκε στην μεγάλη αίθουσα
από πλήξη.Τα σύνορα και οι κατακτήσεις δεν σημαίνουν τίποτα αν
δεν μπορείς να τα επισκεφτείς όποτε σου κάνει κέφι.Η ομορφιά
επιβάλλεται γιατί δεν μπορείς να την ερμηνεύσεις.Δεν εξηγούνται
τα πάντα.Χάνουν την ειδωλολατρία τους και γίνονται άρθρα
περιοδικών σε τραπεζάκι κομμωτηρίου.Το νέο λούκ εξαργυρώνει
την απάθεια.Η νέα βαφή , το βαθύ μωβ των δειλινών που
ονειρευόμαστε.Περπατώντας δίπλα στο νερό συζητάνε για διάφορα
αλλά στην ουσία χαιδεύονται.

Ο φιλόσοφος τρώει στεγνή σπανακόπιτα.
Το τηλεσκόπιο έχει στην άκρη μαύρο καπάκι.Έρχεσαι
κρατώντας ένα μαχαίρι και κάμποσα τριαντάφυλλα.Ακολουθώ ότι
πιο γρήγορο με κατοικεί.Η τίγρης αφήνει τα ίχνη της ,μέρα
μεσημέρι στην πλατεία με κόσμο να φωτογραφίζεται και να
τσαλαβουτάει με σανδάλια στο νερό.Τα ερείπια της αρχαίας πόλης
ταπετσαρία σε υπολογιστές με τέλεια ανάλυση.Φωτογραφίες για τα
γεράματα , μνήμη πεντακάθαρη , χωρίς την γοητεία της
αφήγησης.

Η πόρτα ήταν εύκολο να ανοίξει.Είχε πολύ απαλό
καιρό.Έξω από το παράθυρο το φεγγάρι έκανε τις κερασιές να
μοιάζουν με φίνο σχέδιο στο πιο λεπτό μετάξι.Ο διαρρήκτης
ακούμπησε τον φακό στο τραπέζι και κοίταξε το έπιπλο με τους
δίσκους.Έβαλε μια όπερα να παίζει και άνοιξε ένα μπουκάλι
κρασί.Όταν τον συνέλαβαν ήταν χαμογελαστός.Μόνο τα
αντικείμενα κλέβονται.Και τα αντικείμενα ποτέ δεν ζητάνε εκδρομή
στο βουνό για καθαρό αέρα.Αν έχεις δει σκυλί να τρέχει ,
καταλαβαίνεις πόσα λίγα ξέρεις για τον κόσμο.Συζητήσεις μέσα σε
σπίτια κλειστά.Τα φύλλα πέφτουν σαν τα μαλλιά των
γόηδων.Βαρέθηκε τις βόλτες .Τώρα θέλει ζεστασιά.Πέφτωντας
μετράς πρόβατα.
Η γκρουπιέρισα χαμογελάει στον κόσμο.Πίσω απο
το τραπέζι βγάζει λίγο το πόδι απο το τακούνι της για να
ξεκουραστεί.Παχιές μοκέτες.Θέλει να δαγκώσει εκεί που πονάς και
μετά να φτύσει μετά το δηλητήριο.Είμαστε ο ένας η θεραπεία του
άλλου.Αγνόησε το ναυάγιο.Μας περιμένει στεριά με γλυκά φρούτα
και νερό καθαρό.Το φίδι λιάζεται στον μεγάλο κήπο.Τα πόδια σου
κατάλευκα ανάμεσα στις χιλιάδες πράσινες αποχρώσεις.Φτιαγμένοι
απο σάρκα.Φτιαγμένοι απο μέλλον.Το σπίτι μας ένα υπερσύγχρονο
αεροπλάνο , που μοιάζει να πέφτει.Οι λάμψεις των φτερών
δείχνουν το αντίθετο.Δύτες του κενού.Η εξαφάνιση των ειδών.Για
την εξασφάλιση άλλων ειδών.Λιοντάρι σε έμπλαστρο για τον
ξαφνικό πόνο του μάστορα την ώρα που έκανε το σταυρό
του.Βαθιές εκκλησίες με υγρασία σαν τάφοι ανθρώπων που
πενθούν παράλογα το φως.Το θαύμα των θαυμάτων είναι να μιλάς
απλά για ότι σε κλέινει μέσα στα κουκουνάρια.Η ποίηση έιναι
δόγμα .Και στο δόγμα ανοίγεις το παράθυρο.

Σταυροφόροι φτάνουν στις ακτές την νέας Γης.
Τους υποδέχονται με ηλεκτρονική μουσική
οι ιθαγενείς σε πικάπ με δική τους ξύλινη τεχνολογία .Όλοι
μπορούμε να βολευτούμε κι όμως κάποιοι επιμένουν να μας
αποδείξουν ότι μπορούν να επιβληθούν.Ο εξυπνάκιας του
τραπεζιού σφαδάζει από τον πόνο όταν γυρίζει σπίτι.Μη μιλάς για
τέχνη αν δεν έχεις δει ποτέ άνθρωπο να πεθαίνει.Βάζα με
λουλούδια , φορητή
αισιοδοξία.Μπιχλιμπίδια ,καθρεφτάκια ,καινούργια λάστιχα.Ότι
καλύτερο η εποχή για παιχνίδι.Με την προυπόθεση να κλειστείς
σπίτι για να μη σε ενοχλούν οι ήχοι των πολεμικών αεροπλάνων.Ο
κόσμος αλλάζει όπως η ανανέωση των προιόντων στα ράφια των
πολυκαταστημάτων.Ανάμεσα όμως στα μπουκάλια των σαμπουάν ,
θα δεις ένα ολόφρεσκο πρόσωπο.Μια μικρή με τρυπημένα χείλη
που απολαμβάνει τη θεα από το παράθυρό της , να δίνει γεύση στα
φρούτα που κρέμονται από το δέντρο της.

Τα μέρη που ποτέ δεν θα
επισκεφτείς θα γυαλίζουν με τα σπιτάκια τους στραμμένα στον ήλιο
και τις καπνοδόχους να γυρίζουν αργά.H αιωνιότητα κρύβεται
στους πίσω πάγκους των φάστ φούντ ανάμεσα στις έτοιμες
σάλτσες και τα κατεψυγμένα ψωμάκια.Ο Κύριος ήταν ένας απλός
υπάλληλος που το βράδυ έγραφε ιστορίες για τη ζωή κάποιου που
δεν είχε γνωρίσει ποτέ.Ο υπεύθυνος του καταστήματος τον
κατέδωσε κρυφά , όταν είδε ότι από το πολύ ξενύχτι κοιμάται στη
βάρδια.Για αυτή του την πράξη , ο μισθός του ανέβηκε κατά
πολύ.Πήρε αμέσως και ένα γερό μπόνους.

Σε φαντάζομαι να
κοιμάσαι με το στόμα μισάνοιχτο.Η μοναξιά του αντρός
εφευρέτη.Λαμπιόνια σε Κινέζικο στενό , τρεκλίζεις μεθυσμένος
από τα φώτα και τη βροχή.Ο καθένας ζει με άλλα φεγγάρια στο
μυαλό του.Ο τουρισμός είναι τρόπος σκέψης.Τα νησιά τον χειμώνα
έχουν παράξενους ήχους.Ο χυδαίος πωλητής τουριστικών ειδών με
φυστίκια στα χέρια.Νταβατζήδες της αισθητικής.Ανάβουν τα
λαμπάκια σιγά σιγά της πόλης.Τριγύρω βουνά στη μέση καφετέριες
και νοσοκομεία.Και συ με ολόισια την πλάτη κοιτάς το νερό να
τρέμει , όπως το υγρό των ματιών σου.Μοιράζονται αυτόματα
γράμματα στους μακριούς σωλήνες του ταχυδρομείου.Σιωπηλή σαν
δωμάτιο στο Παρίσι.Ανοιχτός υπολογιστής φορτώνει την
απόσταση.Γαλάζιο του σκάιπ.Το στειρωμένο πράσινο της
οικολογίας.Η Ιαπωνία μας κατοικεί διακριτικά.Ατομική βόμβα η
καρδιά , φροντίδα στα καλώδια να μην βραχυκυκλώσει.Υποσχέσεις
για το μέλλον.Όνειρα γλυκά σε κούτα.Τα αδέσποτα σκυλιά των
πόλεων.Αυτοί που αρνείσαι να κοιτάς.Ασφαλείς μέσα στα σπίτια.Το
δελτίο στην ώρα του.Όπως το συσσίτιο της
φυλακής.Υπερβολές.Μεγενθυμένος κόσμος.Τα κοσμήματα που
λιώνουν στο λαιμό σου.


Μισοί άνθρωποι περπατούν.Οι άλλοι μισοί
καβαλάνε τα σύννεφα και τρέχουν επάνω από τα καμπαναριά και
τους κάμπους.Οι πόλεις περίσσευμα του πρώτου μας έρωτα που
όσο τον ξεχνάμε δυναμώνει, όπως το πρωινό γεύμα από τα υλικά
των δασών στις κουζίνες, με τα μαρμάρινα πατώματα των άκαμπτων
πολυκατοικιών.Σκαθάρια στην άμμο παραλίας που γνωρίζει ότι δεν
θα ξαναπάμε .Κανένας μας δεν ξέρει τι θα γίνει αύριο, η κύρια
ιδιότητα των ζωντανών.

Ο πρίγκηπας πέφτει λιπόθυμος την ώρα της
πομπής.Σημαιάκια σε πικ νικ Βορείων χωρών με παιδιά που θα
γίνουν μεγάλοι λογιστές και βιομήχανοι , εργάτες και
δολοφόνοι.Τότε που θα σταματήσει το παιχνίδι.

Εκρήξεις μέσα στον ύπνο.
Οι πρώτοι θαλασσοπόροι κοίταζαν τον ίδιο ουρανό με μας.Το
μαύρο νερό που αργά επάνω του πλέει η καραβέλα.Οι αστερισμοί
ακίνητοι .Το φτερό του καρχαρία είναι ειδικό εφφέ.Η πειρατεία
είναι η πλεύση στο αβέβαιο.Η στεριά έχει ψιθυριστή φωνή.Γλυκειά
σαν τους καρπούς της.Η μεγάλη λεωφόρος παλιά ήταν
έρημος.Ιθαγενείς χορεύουν στο φεγγαρόφωτο.Κόκκινα
αστέρια.Τρελός με το σχήμα των μεγάλων καραβιών.Η όραση έχει
κρυφά κόλπα.Η ομορφιά μπορεί να σε σκοτώσει.Ή να σε
απελευθερώσει.Άπειρα σαλόνια με την ίδια διακόσμηση.Με την ίδια
μυρωδιά του φαγητού.Χιλιάδες ολόιδιοι δρόμοι , σπίτια με
πλάσματα να ξενυχτούν μπροστά από τους υπολογιστές τους.Το
δίκτυο απλώνεται όπως το χταπόδι στον παγωμένο βυθό του
νου.

Ξημερώνει και είσαι μετά από τη μέθη του
ύπνου.Καλειδοσκόπιο τεμαχίζει τις εικόνες και συ στο τέλος
βλέπεις μόνο τη συμμετρία.Το τηλεσκόπιο των ονείρων.Το όνειρο
των πιλότων τη νύχτα πριν ρίξουν τη βόμβα.Όμορφοι κήποι με
λογχοειδή κάγκελα αλλά ανοιχτές τις πόρτες .Κήποι σαν εποχές
που πέρασαν.Σαλόνια κλειδωμένα , με σκονισμένη κάβα.Τα κιάλια
σε θήκη με κόκκινο βελούδο.Τα αντικείμενα λένε ιστορίες αν τα
ακούσεις προσεκτικά.Οι νέες αθόρυβες πόλεις.Οι εκρήξεις μέσα
στον καθένα , ελεγχόμενες.Το πιο ανθρώπινο πράγμα είναι η
εναλλαγή προσώπων.Το πιο απάνθρωπο να έχεις σταθερό πρόσωπο
μέσα στη διαδρομή σου.Προστίθενται αυτοί που έφυγαν στην
ευφυιά μας.

Η ζωή μετά από εδώ είναι η νόηση.Τα έργα
συνεχίζονται με σταθερό ρυθμό.Μεγαλώνει η πανοπλία και από
μέσα είναι το ίδιο.Σκιά πυρηνικού μανιταριού σκεπάζει τους
ανέμελους λουόμενους.Ράβδοι χρυσού σε μεγάλες αίθουσες.Ο
υπερήλικος δεν μπορεί να την σηκώσει.Τάνκερ σε θαλασσοταραχή
στον Ειρηνικό ωκεανό.Κατέβασε τα είδωλα στο ύψος σου για να
μπορέσεις να τα αγκαλιάσεις αληθινά.

Ο Βασιλιάς μικραίνει μέσα στα ενδύματά του.
Παζάρια σε σημεία του κόσμου που η άμμος
όταν φυσάει σε κάνει να ξεχνάς από που έχεις έρθει.Η γειτονιά
έρημη τις αργίες.Η απόλαυση της ζωής μαθαίνεται με τον δύσκολο
τρόπο.Ο φόβος ψαρεύει ψυχούλες γελώντας με τους φίλους του
με στυλ συναξιούχου παίκτη ράγκμπι.Το πάρκο γεμάτο με
μελλοντικά εγκλήματα.Βουνά απλώνονται τριγύρω.Η μυρωδιά της
σκάλας των πολυκατοικιών.Φτηνή ζωή μα και πάλι
μεγαλειώδης.Πανάκριβο κόσμημα στη βιτρίνα του κόσμου.Σπάνε
ξαφνικα οι διαρρήκτες το τζάμι και μαζί και τη χαρά.Ο τρόπος που
κρατάς ένα χαρτί.Νάρκη θαλάσσια λικνίζεται αργά στο σκούρο
μπλε.Με χαιρετάς από μακριά σαν τη βασίλισσα σε εθιμοτυπική
παρέλαση νεότητας.Μια ρευστή αίσθηση της ζωής.Σπίτι είναι εκέι
που γράφεις.Εκεί που ευχάριστα σε αγνοούν.Ταξίδι είναι ότι κάνει
φρέσκο το βλέμμα.Βλέπεις στους επόμενους , τους
προηγούμενους με καινούργια υλικά.

Ένα δαχτυλίδι αυτό που
ζούμε.Το έφαγε το ψάρι και ταξιδεύει.Μέχρι τον μεγάλο
καταρράκτη.Ο ήχος του καθησυχάζει τους βιαστικούς, με τον
χαρτοφύλακα στο χέρι.Καφέ στον ουρανοξύστη.Συνεδρίαση
μετόχων με αρτηριακή πίεση.Ο κινηματογράφος είναι μια
παράλληλη ζωή.Η αίθουσα μετακινείται όταν σβήνουν τα
φώτα.Βαγόνι ορυχείου.Τώρα θα θελε να τρέχει στα λιβάδια , όπως
πριν χρόνια που πάλλονταν τα καλοκαίρια και οι επιδερμίδες ήταν
ακόμα χωρίς σκόνη.Αποφάσεις σοβαρές και ακλόνητες.Αλλαγή
κινητού κάθε δυο χρόνια αυστηρά.Το δράμα γεμίζει το κενό.Το
δράμα δεν γεμίζει τον εαυτό του.Κορόιδα έχουμε
πιαστεί.Δοξάζουμε τον εαυτό μας μέσα από αντικέιμενα.Με
κέρματα δουλεύει ο παράδεισος.Με κέρματα και
αναθυμιάσεις.Φαντασία άγρια και ποιός να την χαιδέψει να
ακουστεί καθαρά.Φαντασία που την αγαπούν μέχρι να τους
ξεγυμνώσει.Μετά στο ικέα για καδράκια.Μετά για ελεύθερη πτώση
στα Ιμαλαία .

Νυστάζει με τις συζητήσεις .Θέλει μια μπανιέρα και
αυτά τα βυζιά που έιναι σα να σε κοιτάνε.Είπε και άναψε
τσιγάρο.Πόσα τσιγάρα κι αν έχει κάψει στο βωμό της.Ανέκφραστο
το άγαλμα της δεν θα τον σκεπάσει στη βροχή.Τροπική βροχή που
κρατάει για ώρες.Όχι σαν αυτές στις κομεντί που κοιτάει η Μέγκ
τρώγοντας σοκολατάκια περιμένοντας τον κύριο Στοματικό
Διάλυμα.Ελικόπτερα στο Βιετνάμ όταν πέφτει ο ήλιος.Ο πολέμος
κέρδισε με την αισθητική του.Ο Τζον Ράμπο στη ρεσεψιόν
πολυτελούς ξενοδοχείου.Σφίγγει τις γροθιές του την ώρα αιχμής
των τσεκ ιν.Τόσο όμορφη θέα σε κάνει να λυπάσαι που δεν μπορείς
να μείνεις για πολύ.Ότι μας αναλογεί.Τέλειο με έναν τρόπο.Οι
απέραντες πόλεις χτισμένες παντου.Οι σκληρές απόψεις
κομματιάζονται εύκολα.Τα στάχυα λυγίζουν για να μην σπάσουν.Τα
σκυλιά πιο κοντά στα σύννεφα.Μένει σε ένα σπίτι στην
κορυφή.Ελβετική διαφήμιση .Ταξίδι με τα προιόντα.Εκρομή στα
σούπερ μάρκετ.Κάποιος χάθηκε στην επιστροφή.Ευάλωτοι μπροστά
στη μηχανή που γεννάει εικόνες.Δε φταις που γεννήθηκες μέσα
στο διυλιστήριο.Δε φταις που μιλάς απο παιδί με τα
λουλούδια.

Χωράμε όλοι σ΄αυτή τη γιορτή.Μις πατερίτσα με ύφος
δικαστή.Αρνείσαι το φάρμακό μου πίσω από το τζάμι.Πρεζάκιας του
λαιμού σου.Ρυθμισμένα όλα κάτω από τον ήλιο.Τον ίδιο που έκαιγε
τους σκλάβους των πυραμίδων.Η δόξα έρχεται πολύ αργά.Ή πολύ
νωρίς.Εξατμισμένο κέφι μπροστά στη σάουνα της
τηλεόρασης.Χρόνια στην ακτίνα που ανεβάζει τη μυωπία.Σκληρά
παιχνίδια.Γέμισε κόσμο η παραλία.Το ξυπνητήρι χτυπάει μέσα στα
όνειρα.Τραγούδια γράφονται για τον τρόπο που πιάνεις το
ποτήρι.Περιμένω νε έρθεις να με ελευθερώσεις από τη
συνήθεια.Μια μικρή θάλασσα ξεδιπλώνεται όταν ξυπνάς.Θα βρεί
τρόπο ο χρόνος να μας ανταμείψει.Ο κεραυνός κάνει τους
συναγερμούς να χτυπάνε.

Το βασίλειο της βροχής.Καφέδες
λασπωμένοι από υποχρεώσεις.Επισκέψεις σε σπίτια συγγενών με
θηρία δεμένα στο υπόγειο.Τι να σας προσφέρω?Μια μέρα χωρίς
ερωτήσεις.Το μπαρ φτιαγμένο από σκοτεινό ξύλο και φωτάκια.Το
πρωί μοιάζει αδιάφορο σαν ταξιδιωτικό ντοκυμαντέρ.Το βράδυ
ανάβουν οι μηχανές στο φουλ.Έρχονται δειλά δειλά οι θαμώνες
σαν τα σαλιγκάρια.Ειδικά κάτι παραμονές πρωτοχρονιάς που
κάποιοι φεύγουν για λίγο και μετά επιστρέφουν λέγοντας πως τους
περιμένουν στο σπίτι.Ανοίγουν οι μποτίλιες , ανοίγουν οι τρύπες
στο διάστημα να ξεδιψάσουν τους πειρατές με το βιβλιάριο
υγείας.Η μουσική φλούδα λεπτή ανάμεσα στις συνομιλίες .Το
στριφτό τσιγάρο της σερβιτόρας σβησμένο στο τασάκι , έχει κίνηση
απόψε , θα βγουν χρήματα θα γίνουμε μεγιστάνες θα μας αγαπούν
με το ζόρι, δεκαεφτά σφηνάκια για την παρέα που μόλις έκανε εμετό
στο τραπέζι 3.Το κραγιόν χρειάζεται φρεσκάρισμα.Το ροκ κάνει
φλεβίτιδα.Ο καπνός τυλίγει τα πρόσωπα φτιάχνοντας το παραμύθι
της μιας νύχτας.Άλλες χίλιες περιμένουν.

Ξυπνάς σε ένα σπίτι με
άπλετο φως.Ένα σπίτι με μεγάλα φυτά και ησυχία.Ξυπνάς επάνω σε
μια κοιλιά που αναπνέει πρώτες εικόνες αποδοχής αυτού του
παράξενου κόσμου.Η τρυφερότητα μετατρέπει τα χειρουργεία σε
πράσινη ζούγκλα και τα διασημόπλοια στο πιο οικείο νησί που έχεις
ποτέ επισκεφτεί.Η μέρα είναι τεράστια.Η σκέψη μια
σαπουνόφουσκα.Η αιώνια εφηβεία στους δρόμους ανάμεσα στις
λεμονιές.Η ευγένειά σου κάνει τους ανθρώπους να λιώνουν από
αιφνιδιασμό.Τα βαπόρια περνάνε απέναντι ανθρώπους που
καπνίζουν πολύ.Έτοιμοι για καινούργια μουσική.

Στη βάρδια της ήρθε ξαφνικά να αρχίσει να τρέχει.
Οι καλοντυμένοι σύνεδροι
περιμένουν τρώγοντας πολύ διακριτικά κομματάκια από το ψωμί.Η
παραγγελία δεν θα πάει ποτέ.Δελτίο παραπόνων.Δελτίο
ειδήσεων.Το ταξίδι έιναι αληθινό όταν δεν ξέρει κανείς που
είσαι.Το αεροπλάνο έγινε πολύ φτηνό σε όλα.Η αεροσυνοδός
δακρύζει στον καθρέφτη της τουαλέτας.Καφές και χυμός και τι
ωραία δάχτυλα.Το παράθυρο δείχνει μια ολοκαίνουργια πόλη ,
κουτί με δαχτυλίδι που ανοίγει.Διάθεση σαν τραινάκι Λούνα
Πάρκ.Ένα πράγμα μετράει .Ότι δεν θα πάθεις τίποτα στο τέλος της
διαδρομής.Τραινάκι στην άκρη του κήπου με τα σαλιγκάρια και τα
μεγάλα σκοτεινά φύλλα.Θα νικήσει η ζέστη ξανά.Θα νικήσει η απλή
αποδοχή ότι οι νύχτες είναι μετρημένες γι αυτό και
πολύτιμες.

Ανοιχτή καρδιά σε εγχείριση αυτοσχέδια.Κανένας δεν
μπορεί να μας πειράξει στ΄αλήθεια.Τα μαλλιά σου πιασμένα πίσω.Η
συμμετρία των χειλιών σου μπορεί να φέρει τη μεγαλύτερη
αναταραχή.Δωρεάν ομιλία αλλά και τι να πεις να σε ελαφρώσει.Η
ζωή μας προλαβαίνει πάντα.Είμαστε φτωχοί και δεν το­­
ξέρουμε.Πλούτος είναι η αίσθηση των άλλων γύρω σου.Περπατάς
ελαφριά και το φεγγάρι μυρίζει λεμόνι.Πλησιάζει ένας χειμώνας με
ρουμπίνια στις τσέπες του.Το σύννεφο κάθεται στο κεφάλι του
βουνού σαν σκέψη που δεν χρειάζεσαι πια.Η ιερή σκόνη της
Σελήνης.Όταν γερνούν τα είδωλα , έχει έρθει η σειρά σου να
μιλήσεις.Αυτοκίνητα διασχίζουν την πόλη σαν καρχαρίες.Ένα
ακόμα θολό κεφάλι ανάμεσα σε τόσα άλλα.Μας μαθαίνει κάθε μέρα
το μεγάλο δοχείο της αγάπης.Το στολισμένο με τη ζωή του
καθενός λουλούδι , που φτιάχνει τον μεγάλο κήπο.­­­­

(Στον Τάκη.)